Κυρίες και Κύριοι Υπουργοί, κατ΄αρχάς θέλω να καλωσορίσω στη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου τους καινούριους και τις καινούριες Υπουργούς που σε αυτή την κρίσιμη φάση ενώνουν τις δυνάμεις τους μαζί μας. Ενώνουν τις δυνάμεις τους στη μεγάλη προσπάθεια που έχει ξεκινήσει εδώ και τέσσερα χρόνια για την έξοδο της χώρας από την κρίση και για να γίνουν τα πρώτα βήματα της κοινωνικής και οικονομικής ανασυγκρότησης έξω από την επιτροπεία και από τα δεσμά του μνημονίου.
Και αυτή η εθνική προσπάθεια, θα έλεγα ότι έχει πάντοτε ένα σαφές πρόσημο κοινωνικό και πολιτικό. Γύρω της συσπειρώθηκαν και συνεχίζουν να συσπειρώνονται δυνάμεις από όλο το φάσμα το δημοκρατικό. Δυνάμεις και πρόσωπα που δεν ανήκουν αποκλειστικά στο χώρο της Αριστεράς, αλλά προέρχονται και από το χώρο της σοσιαλδημοκρατίας, το χώρο της οικολογίας, αλλά και της λαϊκής κεντροδεξιάς. Είναι αυτή η ένωση δυνάμεων που δίνει και τη μεγαλύτερη δύναμη σε αυτή την κυβέρνηση να ενώνει τους Έλληνες και τις Ελληνίδες γύρω από έναν μεγάλο εθνικό στόχο, που δεν είναι άλλος από το να αφήσουμε πίσω μας το παρελθόν της χρεοκοπίας και να προχωρήσουμε μπροστά στην ανάκαμψη της οικονομίας, στην παραγωγική ανασυγκρότηση, στην έξοδο από την κρίση.
Και είναι ευτυχές ότι όλο και περισσότεροι αναγνωρίζουν τον εαυτό τους σε αυτό το μεγάλο εγχείρημα και βλέπουν ότι ήταν το δικό μας πολιτικό σχέδιο που τελικά κατάφερε να οδηγήσει τη χώρα με ασφάλεια στο ξέφωτο και τη σταθερότητα. Γιατί τα σημαντικά νέα της περιόδου αυτής, της περιόδου που διανύουμε, αφορούν κυρίως στην πορεία της οικονομίας, αφορούν στις επαναλαμβανόμενες διαψεύσεις μίας προς μία, όλων των προβλέψεων καταστροφής και αποτυχίας που ακούσαμε όλο το προηγούμενο διάστημα.
Θα αναφερθώ σε κάποιες από αυτές, στην ενεργοποίηση του λεγόμενου δημοσιονομικού κόφτη, στην αποτυχία ολοκλήρωσης των αξιολογήσεων του τρίτου προγράμματος και άρα στην αποτυχία ολοκλήρωσης του τρίτου προγράμματος, στη δεδομένη –την είχαν προεξοφλήσει- περικοπή των συντάξεων, στον αποκλεισμό της χώρας από τις αγορές. Μια σειρά από προβλέψεις καταστροφολογικές, οι οποίες, ευτυχώς για τη χώρα και τον ελληνικό λαό, δεν επαληθεύτηκαν. Αποδείχτηκαν τελικά απλώς και μόνο διακαείς πόθοι. Πόθοι αντιπολιτευτικοί, που διαψεύστηκαν από την πραγματικότητα της εξόδου από τα μνημόνια και από την κρίση.
Και θα έλεγα, όχι μόνο αυτό. Διότι εδώ το θέμα δεν είναι ότι αποφεύχθηκε απλώς κάποιο κακό σενάριο. Το θέμα είναι ότι η Ελλάδα βαδίζει με σταθερότητα και ασφάλεια στο δρόμο της ανάκαμψης και η Ελλάδα αποτελεί πλέον μόνιμη πηγή καλών ειδήσεων στη διεθνή ειδησεογραφία.
Μπορεί βέβαια η πλειοψηφία των Μέσων Ενημέρωσης στη χώρα μας να μην ενδιαφέρεται και πολύ για αυτές τις καλές ειδήσεις, αλλά εγώ σήμερα θα ήθελα να σας ζητήσω να ασχοληθούμε με τα ουσιαστικά ζητήματα και όχι με αυτά που κάποιοι άλλοι έχουν αποφασίσει ότι πρέπει να ασχοληθούμε, ενδεχομένως, προκειμένου να κρύψουν την παταγώδη αποτυχία του δικού τους πολιτικού αφηγήματος για την έξοδο της χώρας από τη κρίση.
Η ελληνική οικονομία, λοιπόν, ανακάμπτει και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναθεώρησε προς τα πάνω τις προβλέψεις της, σε ό,τι αφορά το 2019. Και αυτό συμβαίνει σε μια περίοδο, σε μια φάση όπου η ευρωπαϊκή οικονομία συνολικά δεν βρίσκεται στις καλύτερες των επιδόσεων. Άρα, έχει ακόμη μεγαλύτερη σημασία αυτό το γεγονός.
Επίσης, προχωρά με ταχείς ρυθμούς και επιτυχίες ο αγώνας για την ανάκτηση της εργασίας και για αξιοπρεπείς αμοιβές. Η ανεργία έφτασε στο 18,5% – κατήλθε, δηλαδή, στο χαμηλότερο σημείο της από το 2011 – με σαφέστατη την τάση περαιτέρω μείωσης.
Οι βασικές αρχές των συλλογικών διαπραγματεύσεων επανήλθαν ενώ, με βάση την απόφαση του προηγούμενου Υπουργικού Συμβουλίου, ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε ήδη από τα 586 στα 650 ευρώ. Και τώρα, πρώτιστο μέλημά μας είναι αυτή η απόφαση να εφαρμοστεί καθολικά. Να μην υπάρχει ούτε ένας εργοδότης που δεν θα υποχρεωθεί να εφαρμόσει τον νόμο του ελληνικού κράτους για τον κατώτατο μισθό.
Και, βεβαίως, ήταν η κυβέρνησή μας που αποφάσισε και υλοποίησε την πρώτη αύξηση μισθού εδώ και μια δεκαετία, δίνοντας με αυτό τον τρόπο και το στίγμα των κοινωνικών της αναφορών και των κοινωνικών της στοχεύσεων.
Την ίδια στιγμή που καταγράφουμε αυτές τις σημαντικές κοινωνικές νίκες, αποδεικνύεται ότι έχουμε τη δυνατότητα, όχι μόνο να μην διακινδυνεύουμε, αλλά αντίθετα να εμπεδώνουμε την εμπιστοσύνη και την αξιοπιστία της χώρας στο διεθνές στερέωμα.
Η χώρα, όχι μόνο βγήκε από τα μνημόνια, όχι μόνο δε χρειάστηκε η πιστοληπτική γραμμή στήριξης, όπως υποστήριζαν οι Κασσάνδρες, που στην πραγματικότητα θα σήμαινε κεκαλυμμένο μνημόνιο, αλλά η χώρα αποτελεί σήμερα ένα ευρωπαϊκό παράδειγμα επιτυχίας, στο οποίο αναφέρονται όλοι οι εταίροι μας με κολακευτικά σχόλια σχεδόν σε όλα τα ευρωπαϊκά φόρα.
Θα θυμάστε ότι κατά την προηγούμενη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου είχαμε ανακοινώσει την πρώτη έξοδο στις αγορές, που έτυχε να εκκινήσει τη μέρα εκείνη, την πρώτη έξοδο στις αγορές, μετά τη λήξη του προγράμματος. Ήρθε λίγες μόνο εβδομάδες μετά τις, για άλλη μια φορά, καταστροφολογικές προβλέψεις της αντιπολίτευσης ότι η χώρα δεν θα μπορέσει να έχει πρόσβαση στις αγορές.
Η έξοδος στις αγορές, λοιπόν, ολοκληρώθηκε με τόσο μεγάλη επιτυχία, ώστε σήμερα το ελληνικό δεκαετές ομόλογο κινείται, όχι απλά στα επίπεδα πριν τη κρίση, αλλά σήμερα το ελληνικό δεκαετές ομόλογο κινείται στα επίπεδα που βρισκόταν το 2000. Δηλαδή, την περίοδο όπου η χώρα είχε πολύ υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και μπροστά της τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Δηλαδή, μια προοπτική ακόμη μεγαλύτερης ανάπτυξης.
Χθες οι αγορές έκλεισαν με το επιτόκιο στο 3,74% για το δεκαετές και στο 3,08 για το πενταετές. Αυτές τις ειδήσεις, πράγματι, δεν θα τις δούμε στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων αυτές τις μέρες.
Σας τα λέω αυτά, κυρίως γιατί θέλω να σας προτρέψω να δείτε και να ασχοληθείτε με τη μεγάλη εικόνα. Και να συνεχίσετε αφοσιωμένοι στους μεγάλους στόχους που έχουμε και που έχουμε αποδείξει ότι μπορούμε να τους πετυχαίνουμε. Και να μην παρασύρεστε σε διαμάχες που επιλέγει ο αντίπαλος για να θολώσει τα νερά. Να αφήσουμε τις Κασσάνδρες της καταστροφής και τους υπερτιμημένους τεχνοκράτες, που όταν όμως διαχειρίστηκαν την οικονομία, την έριξαν στα βράχια και αργότερα δεν πέτυχαν σε ούτε μια από τις προβλέψεις τους και τις εκτιμήσεις τους για την οικονομία, να τους αφήσουμε αυτούς να ασχολούνται με ζητήματα μικροπολιτικής αντιπαράθεσης και παραπολιτικού κουτσομπολιού. Και εμείς να συνεχίσουμε τη δική μας δουλειά, το δικό μας έργο, που είναι να δώσουμε ανάσα στην οικονομία, να δώσουμε στήριγμα στους πιο αδύναμους, να προχωρήσουμε στον προοδευτικό θεσμικό μετασχηματισμό, αλλά και στην ακόμη μεγαλύτερη ενίσχυση του αισθήματος δικαιοσύνης στους πολίτες, αλλά και στην ακόμα μεγαλύτερη ενίσχυση του διεθνούς κύρους της χώρας.
Μιας και μίλησα, όμως, για προοδευτικό θεσμικό μετασχηματισμό, επιτρέψτε μου μια αναφορά στη Συνταγματική Αναθεώρηση. Η πρώτη φάση της διαδικασίας ολοκληρώνεται σε ένα περίπου μήνα από σήμερα. Και όλες οι προτάσεις που καταθέσαμε σε αυτή την κρίσιμη συζήτηση γίνονται αποδεκτές, σηματοδοτώντας μια σημαντική κοινοβουλευτική, αλλά και θεσμική νίκη. Θα έλεγα ότι είναι μια νίκη στον αγώνα για την εμβάθυνση της Δημοκρατίας, την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στην πολιτική και τον κοινοβουλευτισμό, τον εξορθολογισμό των σχέσεων Εκκλησίας και Κράτους και την ενίσχυση της προστασίας των κοινωνικών δικαιωμάτων.
Ωστόσο, δε μπορώ παρά να επισημάνω ότι μια σειρά από αλλαγές, που η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών φρονώ ότι θεωρεί ώριμες, δεν υπερψηφίστηκαν από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Το όριο συνεχόμενης εκλογής βουλευτών, για παράδειγμα, ο λεγόμενος περιορισμός στη βουλευτική θητεία δεν υπερψηφίστηκε από τη Ν.Δ., αποδεικνύοντας, για άλλη μια φορά, ότι είναι το κατεξοχήν κόμμα της οικογενειοκρατίας, των πολιτικών οικογενειών και της πρόσληψης της πολιτικής ως επάγγελμα και όχι ως προσφορά στο κοινωνικό σύνολο.
Επίσης, καταψήφισαν τη λεγόμενη εποικοδομητική δυσπιστία, αποδεικνύοντας έτσι πόσο υποκριτική είναι η αναφορά τους στην ανάγκη να υπάρχει αδιασάλευτος κυβερνητικός κύκλος. Ενώ, τέλος, καταψήφισαν και όλες τις διατάξεις που κατοχυρώνουν και προστατεύουν το δημόσιο χαρακτήρα των αγαθών: Του νερού, της ενέργειας, της δωρεάν πρόσβασης σε υπηρεσίες υγείας για όλους τους πολίτες, αποδεικνύοντας έτσι πόσο ακραία νεοφιλελεύθερη και αντικοινωνική, σε τελική ανάλυση, είναι η προσέγγισή τους.
Έτσι, λοιπόν, με αυτές τις εξελίξεις, στις εθνικές εκλογές του ερχόμενου Οκτώβρη ο ελληνικός λαός θα γνωρίζει ότι αν δώσει μια ισχυρή πλειοψηφία στις δυνάμεις του προοδευτικού πόλου με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ, όλα τα παραπάνω θα αλλάξουν στο Σύνταγμα και θα αλλάξουν σε θετική κατεύθυνση. Η χώρα θα αποκτήσει ένα ακόμη πιο προοδευτικό και ακόμα πιο προστατευτικό, για τα δημόσια και κοινωνικά αγαθά, Σύνταγμα. Συνεπώς, θα είναι και το Σύνταγμα ένα από τα διακυβεύματα της επόμενης εκλογικής αναμέτρησης.
Επανέρχομαι, όμως, στα θέματα της οικονομίας και ειδικότερα της πραγματικής οικονομίας. Πριν λίγους μήνες, τον Σεπτέμβριο, στη ΔΕΘ, είχαμε ανακοινώσει μια δέσμη μέτρων δημοσιονομικής επέκτασης με εφαρμογή το 2019. Για πρώτη φορά, μετά από πάρα πολλά χρόνια, δημοσιονομική επέκταση ανακοινώθηκε και ψηφίστηκε σε ό,τι αφορά τον Προϋπολογισμό του τρέχοντος έτους. Μια δέσμη μέτρων ενίσχυσης των εισοδημάτων και φορολογικής ελάφρυνσης των πολιτών, που εντάσσεται σε μια συνολική στρατηγική αποκατάστασης των αδικιών της μνημονιακής περιόδου.
Το σύνολο των μέτρων ελάφρυνσης που είχαν ανακοινωθεί είναι πλέον νόμοι του κράτους. Αναφέρομαι στη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών για τους ελεύθερους επαγγελματίες με μεσαία εισοδήματα. Τη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 30% για τις μικρές περιουσίες 10% μεσοσταθμικά, ενώ για το 2020 ακολουθεί περαιτέρω μείωση της τάξης του 20% μεσοσταθμικά. Η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος για τους συνεταιρισμούς και τους συνεταιρισμένους αγρότες, ενώ για το σύνολο των αγροτών θεσπίσαμε ακατάσχετο για τις αποζημιώσεις από φυσικές καταστροφές μέχρι και τις 7.500 ευρώ. Η επιδότηση κατά 50% των ασφαλιστικών εισφορών για τους νέους εργαζόμενους ήταν η πρώτη δέσμη, η οποία ήδη έχει νομοθετηθεί και υλοποιείται.
Μένει, όμως, να υλοποιηθεί το μεγάλο πρόγραμμα επιδότησης ενοικίου, που αποτελεί την πρώτη οργανωμένη προσπάθεια για να αποκτήσει η χώρα, για πρώτη φορά στην ιστορία της, συνεκτική στεγαστική πολιτική, που αποτελεί –θα έλεγα- ένα από τα κεντρικά χαρακτηριστικά του νέου κοινωνικού κράτους που έχουμε ξεκινήσει να οικοδομούμε.
Σήμερα, λοιπόν, είμαστε έτοιμοι. Το πρόγραμμα αυτό αποτελεί μια τομή για τη χώρα μας, που εξαιτίας των ειδικών χαρακτηριστικών στην αγορά στέγης, αλλά κυρίως εξαιτίας της διαχρονικής αδιαφορίας των κυβερνήσεων κατά τη διάρκεια της κρίσης, δεν αντιμετωπίστηκε το πρόβλημα στέγης που άρχισαν να έχουν εκατοντάδες χιλιάδες οικογένειες κυρίως από το 2010 και μετά.
Διότι, με την κρίση, η συρρίκνωση των οικογενειακών εισοδημάτων σχεδόν κατά 40%, αναφέρομαι στην καταστροφική αυτή πενταετία 2010-2015, οδήγησε το οικογενειακό κόστος για την κατοικία στα ύψη. Και για πρώτη φορά η χώρα μας βρέθηκε να αντιμετωπίζει πολύ σοβαρό κοινωνικό πρόβλημα, στεγαστικό πρόβλημα.
Βεβαίως, δεν ξεκινάμε σήμερα να αντιμετωπίζουμε το πρόβλημα αυτό. Από την πρώτη στιγμή της διακυβέρνησης, πήραμε μέτρα που αποτέλεσαν ισχυρό ανάχωμα στις αυξανόμενες εκείνη την εποχή εξώσεις. Και αναφέρομαι στον πρώτο μας νόμο για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης στη χώρα το 2015, στον οποίο νόμο προχωρήσαμε στην επιδότηση ενοικίου από 70 έως 220 ευρώ για 22.000 οικογένειες τότε, με άμεση καταβολή ποσού στον ιδιοκτήτη. Στη συνέχεια, βέβαια, εντάξαμε αυτές τις οικογένειες και όλους τους άστεγους στη μεγάλη θεσμική μεταρρύθμιση του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης και στα προγράμματα Στέγαση και Επανένταξη και Στέγαση και Εργασία.
Σήμερα, όμως, έχει έρθει η ώρα να κάνουμε το επόμενο μεγάλο βήμα, όπως έχουμε σχεδιάσει. Να αρχίσουμε να οικοδομούμε μια συνολική οριζόντια πολιτική για να εγκαθιδρύσουμε ένα αποτελεσματικό σύστημα κοινωνικής προστασίας της πρώτης κατοικίας. Και η πολιτική αυτή κινείται γύρω από δύο βασικούς άξονες:
Πρώτον, είναι το πρόγραμμα επιδότησης ενοικίου με συνολικό ετήσιο προϋπολογισμό 300 εκατομμύρια ευρώ που έχουμε ήδη εξασφαλίσει από τον Προϋπολογισμό μας, το οποίο θα αφορά συνολικά 260.000 νοικοκυριά και 667.000 ανθρώπους. Η επιδότηση θα κλιμακώνεται ανάλογα με το εισόδημα και ανάλογα με τα μέλη του νοικοκυριού, ξεκινώντας από 70 ευρώ μηνιαίως και φτάνοντας το ποσό των 210 ευρώ μηνιαίως. Ενώ, επίσης, πολύ κρίσιμη παράμετρος είναι ότι στο επίδομα στέγασης, το παιδί, το ανήλικο παιδί προσμετράτε ως ενήλικας τόσο στον υπολογισμό των εισοδηματικών κριτηρίων, όσο και στον υπολογισμό του εισοδήματος. Και η επιλογή αυτή έρχεται να προστεθεί στα υπόλοιπα οριζόντια μέτρα στήριξης του παιδιού, που έχουμε ήδη λάβει την προηγούμενη τετραετία και τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα να αυξήσουμε τον προϋπολογισμό των κρατικών δαπανών για το παιδί από τα 822 εκατομμύρια ευρώ, που τον βρήκαμε το 2015, στο 1 δις 416 εκατομμύρια σήμερα. Πρόκειται για μια αύξηση κοντά στα 600 εκατ. ευρώ, δηλαδή για μια αύξηση 72% σε μια μόνο τετραετία.
Αυτό είναι ένα πραγματικά πολύ σημαντικό έργο, το οποίο κάναμε πράξη, που αποδεικνύει ότι τελικά δεν καταφέραμε μόνο να βγάλουμε τη χώρα από τα προγράμματα προσαρμογής. Το κυριότερο είναι ότι βγάλαμε τη χώρα από τα προγράμματα προσαρμογής, στηρίζοντας τους κοινωνικά αδύναμους, στηρίζοντας την κοινωνία εκεί που πονά. Και το λέω αυτό, γιατί ακούω τον κ. Μητσοτάκη να αναφέρεται σε εξαγγελίες πολιτικών που αφορούν το παιδί. Πολιτικές, οι οποίες ήδη υλοποιούνται και με το παραπάνω. Προφανώς δεν τον ενημερώνουν. Και βεβαίως, εξαγγέλλονται από αυτούς, οι οποίοι οδήγησαν τη χώρα στα πρόθυρα της ανθρωπιστικής κρίσης και στα πρόθυρα της παιδικής φτώχειας την τετραετία 2010-2014.
Και αυτές οι πολιτικές υλοποιούνται με τρόπο οργανωμένο, με τρόπο σοβαρό και οριζόντιο, ξεπερνώντας αυτή τη χαώδη κατάσταση των πελατειακών πολιτικών και του ρουσφετιού που επικρατούσε μέχρι το 2015 στον τομέα της πρόνοιας. Υλοποιούνται, όπως αρμόζει, δηλαδή, σε μια χώρα που θέλει να οικοδομήσει ένα σύγχρονο, αποτελεσματικό κοινωνικό κράτος με επίκεντρο τους αδύναμους, με επίκεντρο το παιδί.
Επαναλαμβάνω, όμως, ότι όλα αυτά ίσως να μην τα διαβάσουμε στα πρωτοσέλιδα ορισμένων κυριακάτικων εφημερίδων, πολλών εξ αυτών κρατικοδίαιτων, υπό την έννοια ότι ζουν από θαλασσοδάνεια που ποτέ δεν ελέγχθηκαν από τους ιθύνοντες του τραπεζικού μας συστήματος.
Αλλά αυτό που δεν καταλαβαίνουν ορισμένοι, που επιμένουν να μη κατανοούν και το γιατί οι δημοσκοπήσεις των ίδιων Μέσων συνήθως αστοχούν, είναι ότι όλα αυτά στα οποία αναφέρθηκα πριν, αφορούν εκατοντάδες χιλιάδες συμπολίτες μας. Συμπολίτες μας, που στη πλειοψηφία τους βρίσκονται έξω από τα ραντάρ του πολιτικού συστήματος, αλλά και των μετρήσεων. Και αυτοί οι συμπολίτες μας, όλα αυτά τα ζουν, δεν περιμένουν να τα διαβάσουν ως είδηση σε κάποια πρωτοσέλιδα. Ξέρουν πολύ καλά οι ίδιοι, ποιοι είναι αυτοί που τους είχαν βυθίσει στη φτώχεια και στο περιθώριο και ποιοι είναι αυτοί που για πρώτη φορά και παρά τη κρίση, νοιάστηκαν για αυτούς.
Και έρχομαι τώρα στον δεύτερο άξονα της πολιτικής μας για την κοινωνική προστασία της κατοικίας, όπου στο πλαίσιο αυτής της πολιτικής, εντάσσεται και το πρόγραμμα για την επιδότηση δανείου, που σε γενικές γραμμές, σε γενικούς άξονες συμφωνήσαμε με τις Τράπεζες την περασμένη εβδομάδα. Είναι ένα πρόγραμμα που αφορά νοικοκυριά με κόκκινα δάνεια. Και γνωρίζουμε ότι είναι πολλά αυτά. Και είναι ένα πρόγραμμα, το οποίο σκοπεύει τόσο στην εξασφάλιση της πρώτης κατοικίας για τα χαμηλά και τα μεσαία στρώματα, όσο όμως επίσης –και είναι και αυτό κρίσιμο- στη στήριξη του Τραπεζικού συστήματος, στη μεγάλη κοινωνική προσπάθεια για τη μείωση του ποσοστού των κόκκινων δανείων.
Το πρόγραμμα αυτό έχει συνολικό ετήσιο προϋπολογισμό 200 εκατομμύρια ευρώ. Αφορά περίπου 180.000 νοικοκυριά και 460.000 άτομα. Με βάση το πρόγραμμα αυτό, το κράτος αναλαμβάνει την υποχρέωση να επιδοτεί τη δόση του δανείου, ενώ οι Τράπεζες αναλαμβάνουν με τη σειρά τους να αξιοποιήσουν το σύνολο των εργαλείων που ήδη έχουν στη διάθεσή τους για τη μείωση της δόσης, δηλαδή μείωση επιτοκίου, επιμήκυνση του δανείου και όλα τα υπόλοιπα διαθέσιμα εργαλεία που τους παρέχουν οι διεθνείς κανόνες και η εσωτερική νομοθεσία.
Με συνολικό, λοιπόν, προϋπολογισμό 300+200= 500 εκατομμύρια ευρώ που εξασφαλίσαμε στον Προϋπολογισμό του 2019 και θα είναι εξασφαλισμένα προφανώς και στους επόμενους Προϋπολογισμούς, προχωράμε στην εφαρμογή και υλοποίηση πολιτικών που εξασφαλίζουν την πρώτη κατοικία στη νέα φάση της ανάκαμψης και ταυτόχρονα βάζουμε τις βάσεις για να αποκτήσει η χώρα μας μια συνολική, αξιόπιστη και αποτελεσματική στεγαστική πολιτική για τους πολλούς.
Η κυβέρνησή μας συνεχίζει να δίνει με κάθε ευκαιρία, πορευόμενη όμως μέσα σε ένα πλαίσιο ενός σχεδιασμού, ο οποίος δεν είναι τυχαίος, δεν είναι ευκαιριακός, είναι πολύ καλά μελετημένος, χρόνια πριν. Κάθε φάση την οποία περνάμε, ο σχεδιασμός μας είναι αυτός που υλοποιείται. Και είναι ο σχεδιασμός που μας έφερε στη δυνατότητα να βγούμε από τα μνημόνια, να βγούμε από την κρίση και τώρα αυτόν τον σχεδιασμό υλοποιούμε για να δώσουμε ανάσες, στήριξη και προοπτική στην κοινωνία και ιδιαίτερα στους πολλούς, που την περίοδο της κρίσης ζημιώθηκαν. Συνεχίζουμε, λοιπόν, να δίνουμε δείγματα γραφής των προθέσεων και του στρατηγικού μας σχεδίου.
Αυτή την περίοδο κάνουμε τα πρώτα σταθερά βήματα εξόδου από την οκταετή κρίση. Δημιουργούμε, δηλαδή, τους όρους για να μπορέσει η χώρα, αφήνοντας πίσω της τις αιτίες που μας οδήγησαν στην κρίση, τις αιτίες της παρακμής και της χρεοκοπίας, να προχωρήσει μπροστά με αυτοπεποίθηση, με αλληλεγγύη και με δικαιοσύνη στο μέλλον. Να μετατραπεί, δηλαδή, η χώρα από παρίας της Ευρώπης σε χώρα πρωταγωνιστή και πρότυπο σε όλους τους τομείς. Πρότυπο για τα δικαιώματα των εργαζομένων. Πρότυπο για το κοινωνικό κράτος. Πρότυπο για την υποδοχή επενδύσεων. Πρότυπο για τον σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου. Πρότυπο για την προώθηση της ειρήνης και της φιλίας μεταξύ των λαών, της ειρήνης και της σταθερότητας στην εύθραυστη περιοχή μας.
Ήδη νομίζω ότι η χώρα μας μέσα στα τελευταία χρόνια έχει καταφέρει όσα λίγοι πίστευαν ότι θα μπορέσει να καταφέρει. Και τα πέτυχε αυτά, βεβαίως με τις δικές μας προσπάθειες, αλλά κυρίως με τη στήριξη του ελληνικού λαού. Στην ίδια κατεύθυνση, λοιπόν, σας ζητώ να συνεχίσουμε και να εντείνουμε τις προσπάθειές μας σε αυτό το κρίσιμο οκτάμηνο που έχουμε μπροστά μας, πριν τις εθνικές εκλογές, αρχές Οκτώβρη του 2019, όπου θα κριθούμε από τον ελληνικό λαό, ο οποίος θα έχει να συγκρίνει πού ήταν η χώρα όταν την παραλάβαμε και πού θα είναι το φθινόπωρο του 2019. Αν και οι ενδείξεις, ήδη έχουν αρχίσει να σηματοδοτούν το πού βρίσκεται ήδη η χώρα και το πού θα βρίσκεται, ακόμη καλύτερα, στο τέλος της κυβερνητικής μας θητείας.
Σας ευχαριστώ.